Περί Ξινόμαυρου

Περί Ξινόμαυρου

Αφορμή για να γράψω το παρακάτω κείμενο είναι ο αφορισμός –και περιστασιακά ο σνομπισμός- από μερίδα οινοκριτικών, της προσπάθειας που κάνουν κάποιοι οινοποιοί, να προσεγγίσουν αυτόχθονες ποικιλίες πέραν των καθιερωμένων προτύπων. Επικαλούμενοι προσχηματικά την «τυπικότητα» της ποικιλίας, επιδίδονται σε απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς πέραν κάθε λογικής και δεοντολογίας.

Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος αναφέρομαι στην κριτική που δέχονται από μερίδα του τύπου κάποιες εξαιρετικές –κατά την άποψη μου- Νάουσες που

εκφράζουν μια διαφορετική, πιο σύγχρονη και απ΄ ότι δείχνουν τα πράγματα και πιο αποδεκτή άποψη της ποικιλίας;.

Ας κάνουμε μια προσπάθεια συναγωγής συμπερασμάτων ανάγοντας την περίπτωση αυτή στην επιστημιολογία, σε βάθος χρόνου.

Ο Πτολεμαίος, και ο Νεύτωνας ήταν στην εποχή τους αυθεντίες. Και όμως το επιστημονικό οικοδόμημα του μεν πρώτου ήρθε να σαρώσει o Κοπέρνικος με την ηλιοκεντρική θεωρία του, του δε δεύτερου ο Αϊνστάιν με τη Σχετικότητα. Ξαφνικά, απόψεις που ήταν το ευαγγέλιο, επί αιώνες, για την επιστημονική κοινότητα κονιορτοποιούνται από την έλευση μιας καινούριας θεωρίας. Τι αληθινά συμβαίνει; Ο Νεύτων παύει να είναι αυθεντία; Γιατί αν και τελικά μια θεωρία αποδεικνύεται λάθος, την εποχή που βγαίνει λειτουργεί μια χαρά; Με άλλα λόγια, γιατί, ενώ ο Νεύτωνας και η βαρύτητά του δούλευαν μια χαρά τον 18ο και 19ο αιώνα, στον 20ο δείχνει παρωχημένος;

Σύμφωνα με τον επιστημολόγο Τόμας Κούν, οι (επιστημονικές) αντιλήψεις μιας περιόδου συνδέονται με μια συγκεκριμένη παράδοση (επιστημονικής) πρακτικής. Το πλαίσιο εντός του οποίου αναπτύσσεται κάθε φορά η επιστήμη, καθώς και το υπόδειγμα που αυτή ακολουθεί, το ονόμασε «παράδειγμα». Το «παράδειγμα» είναι το δομικό στοιχείο της θεωρίας του. Βασικό στοιχείο της θεωρίας αυτής είναι ο επαναστατικός τρόπος με τον οποίο προοδεύει η επιστήμη. Μια επιστημονική επανάσταση ισοδυναμεί με την εγκατάλειψη ενός παραδείγματος και την αντικατάστασή του από ένα νέο που δεν συμβιβάζεται με το παλαιό.

Ένας άλλος σημαντικός επιστήμων, ο Αυστριακός φιλόσοφος Πόππερ, διατύπωσε την αρχή της διαψευσιμότητας: Με την παρατήρηση και την αέναη επαλήθευση μιας διαπίστωσης που επιβεβαιώνει ότι, π.χ. όλοι οι κόρακες είναι μαύροι, δεν αυξάνεται η γνώση, αφού τίποτα δεν αποκλείει να παρουσιαστεί μελλοντικά ένας άσπρος κόρακας.
“Η κύρια δυσκολία σχετικά με τις προκαταλήψεις συνίσταται στο ότι δεν υπάρχει κανένας παρόμοιος άμεσος τρόπος να απαλλαγούμε απ’αυτές. Γιατί πώς μπορούμε ποτέ να ξέρουμε ότι έχουμε σημειώσει κάποια πρόοδο στις προσπάθειές μας να απελευθερωθούμε από την προκατάληψη; Δεν αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι εκείνοι που είναι περισσότερο πεπεισμένοι ότι έχουν απαλλαγεί από τις προκαταλήψεις τους είναι και οι περισσότερο προκατειλημμένοι;” [Η ανοιχτή κοινωνία, τ.2, σελ.329]

Αξίζει να αναφέρουμε δύο ακόμη από τους πρωταγωνιστές της έντονης αντιπαράθεσης μεταξύ φιλοσόφων της επιστήμης , τον Ίμρε Λάκατος (Imre Lakatos), και τον Πολ Φεγεράμπεντ (Paul Feyerabend). Ο πρώτος στη μονογραφία του ‘Η μεθοδολογία των επιστημονικών προγραμμάτων έρευνας’ υποστήριξε ότι επιστημονικό πρόγραμμα έρευνας έχει διάρκεια, κρίνεται σε έκταση χρόνου και όχι με τη στιγμιαία αστηρότητα : Η μόνη αρχή που δεν εμποδίζει την πρόοδο είναι το “όλα παίζουν” (the only principle that does not inhibit progress is: anything goes).

Ο Φεγεράμπεντ στο βιβλίο του ‘Ενάντια στη Μέθοδο’, έθιξε σε μεγαλύτερο βάθος το σοβαρό πρόβλημα της σύγκρισης των επιστημονικών θεωριών. Μόνο μετά από πραγματικές συγκρίσεις θα μπορούσαμε να κατανοήσουμε την έννοια της (επιστημονικής) προόδου.

Η ασυμμετρία στη αντίληψη αφορά τις ασυμφιλίωτες διαφορές στην αντιληπτική ικανότητα διαφορετικών παραδειγμάτων.

Μία πιο μετριοπαθής μορφή της κονστρουκτιβιστικής άποψης θεωρεί οτι οι κοινωνικοί παράγοντες παίζουν επίσης μεγάλο ρόλο στην αποδοχή των νέων επιστημονικών θεωριών αλλά δεν θα επεκταθούμε σήμερα στον παράγοντα αυτό.

Δογματικές αντιλήψεις που εκφράζονται με αλαζονικές συμπεριφορές δεν έχουν θέση στην σύγχρονη κοινωνία. Παγιωμένες προκαταλήψεις ότι το Ξινόμαυρο πρέπει να έχει ψηλή οξύτητα και οι τανίνες να μουδιάζουν το στόμα μπορούν να θεωρηθούν απλά αισθητικές προτιμήσεις.

Η άποψη αυτή άλλωστε αποτελεί ένα «παράδειγμα» (κατά τον Κουν)των τελευταίων 40 χρόνων, μιας και η Νάουσα μπήκε στο καθεστώς ΟΠΑΠ το 1971. Ποιο ήταν το ύφος της Νάουσας κατά τον προηγούμενο της δεκαετίας αυτής αιώνα; Υπάρχουν καταγραφές και παρατηρήσεις που να βοηθούν στη στοιχειοθέτηση ενός διαχρονικού μοντέλου της ποικιλίας; Προφανώς όχι. «όλα παίζουν». Αυτή είναι η μόνη αρχή που δεν εμποδίζει την πρόοδο. Και για να προλάβω τους ιντριγκαδόρους να πω ότι έχω δοκιμάσει εντυπωσιακές εμφιαλώσεις Νάουσας της περιόδου 1971-2005 που εμπνέουν σεβασμό.

Η αυστηρότητα όμως πνίγει και καθηλώνει την εξέλιξη. Η κοινωνία και οι αγορές αλλάζουν και εξελίσσονται-να μην συμπεριλάβουμε και τις κλιματικές αλλαγές-. Ας απαλαγούμε λοιπόν από παγιωμένες προκαταλήψεις που στέλνουν στην ιερά εξέταση «αιρετικές» προσεγγίσεις της πολυδυναμικής ποικιλίας.

Την τελευταία δεκαετία παρακολουθώ με μεγάλο ενδιαφέρον μια καινούρια γενιά οινοποιών –τόσο στη Νάουσα όσο και στο Αμύνταιο- που δίνουν στο Ξινόμαυρο μια καινούρια διάσταση, σε κάποιες περιπτώσεις αρκετά ριζοσπαστική. Το ποιο θα είναι το αποτέλεσμα αυτών των οινοποιήσεων ας μην βιάζονται να το κρίνουν οι -κατ επίφαση- παροικούντες την Ιερουσαλήμ, διότι θάλασσαν αντλούν.

Άλλωστε τα περισσότερα από αυτά τα κρασιά, απολαμβάνουν τιμιτκές διακρίσεις από έγκριτους οινοκριτικούς και περιοδικά οίνου παγκοσμίας φήμης και γίνονται ανάρπαστα στις προηγμένες αγορές του εξωτερικού. Ο χρόνος θα δείξει.

ΒΟΤΡΥΤΗΣ

 

Share this post