Βίοι Παράλληλοι Στη Valpolicella
Dal Forno και Quintarelli, δύο υπέροχοι οινικοί κόσμοι, δύο οινοποιεία έξω από την Verona, που απέχουν μόλις λίγα χιλιόμετρα μεταξύ τους, αλλά οινολογικά και αμπελουργικά είναι σα να βρίσκονται σε άλλη διάσταση! Γιατί εκτός από τις βασικές ποικιλίες και την διαδικασία του στεγνώματος των σταφυλιών (appassimento), δεν υπάρχει τίποτα κοινό, από το αμπέλι μέχρι και την εμφιάλωση. Μιλάμε όμως, για δύο από τα σημαντικότερα οινοποιεία όχι μόνο της Valpolicella, αλλά ολόκληρης της Ιταλίας.
Η ιστορία
Το οινοποιείο Quintarelli δημιουργήθηκε στο Negrar το 1924, από τον Silvio Quintarelli. Tο 1950 η οικογενειακή επιχείρηση μεταβιβάζεται στον υιό Giuseppe, ο οποίος ως το τέλος της ζωής του το 2012, εργάζεται ακούραστα για την βελτίωση της ποιότητας των κρασιών του, αλλά και για την ανάδειξη της Valpolicella σε μια από τις σημαντικότερες οινικές περιοχές της Ιταλίας.
Σήμερα αναγνωρίζεται ως ένα από τα πιο σημαντικά ονόματα στον κόσμο του ιταλικού κρασιού και δικαίως απέκτησε το προσωνύμιο “Μαέστρος του Amarone”,καθώς το έργο του ενέπνευσε όλη την σύγχρονη γενιά των οινοποιών της περιοχής του. Ένας από αυτούς ήταν και ο Romano Dal Forno
Πολύ πιο σύγχρονη η ιστορία του Romano Dal Forno που ξεκινά το 1983, όταν ο απλός αμπελουργός από το Illasi, πίστεψε ότι αντί να πουλάει τα σταφύλια του στον τοπικό συνεταιρισμό, θα μπορούσε να φτιάξει τα δικά του κρασιά και πολύ καλύτερα από τους άλλους. O ίδιος ο πατέρας του Romano, του είπε ότι η ιδέα ήταν ανόητη. Oι συγχωριανοί του τον περιγελούσαν, θεωρώντας τις φιλοδοξίες του τελείως παράλογες. Ο μόνος άνθρωπος στη περιοχής που τον ενθάρρυνε να προχωρήσει, όταν πήγε να ζητήσει την γνώμη του, ήταν ο διασημότερος παραγωγός της περιοχής τότε, ο Giuseppe Quintarelli. Το 1987 ο Romano Dal Forno κυκλοφορεί τα πρώτα του κρασιά και είναι η αρχή της διαμόρφωσης δύο εντελώς διαφορετικών τάσεων στην παραγωγή αλλά και στο στυλ των Amarone Della Valpolicella, στο κλασικό του Giuseppe Quintarelli και στο υπερμοντέρνο ύφος του Romano Dal Forno.
Οι εγκαταστάσεις
Το οινοποιείο Quintarelli δεν είναι κανένα μεγαλοπρεπές Chateau. Είναι ένα παλιό, μεγάλο οικογενειακό σπίτι, με ένα πολύ ευρύχωρο κελάρι, που καλύπτει με επάρκεια όλες τις ανάγκες. Ανοξείδωτες και ξύλινες δεξαμενές για ζύμωση και αποθήκευση, παρόμοιες με οποιουδήποτε τυπικού οινοποιείου του μεγέθους του στην Ιταλία ή στην Ελλάδα
Αντίθετα, το οινοποιείο Dal Forno, που ολοκληρώθηκε 2008, είναι ένα λαμπερό και εντυπωσιακό οικοδόμημα. Το εσωτερικό του είναι κυριολεκτικά μια εικόνα από το μέλλον, η επιτομή της τεχνολογικής καινοτομίας. Όλες οι ανοξείδωτες δεξαμενές είναι σχεδιασμένες από τον ίδιο τον Romano. Λειτουργούν υπό πίεση σε κενό αέρα και για λόγους αντοχής, το πάχος του χάλυβα είναι ένα εκατοστό.
Η αποφυγή της οξείδωσης εδώ είναι η εμμονή. Η διαδικασία της εκχύλισης τελειοποιήθηκε με ένα σύστημα τεσσάρων ανεξάρτητων εμβόλων, που βρίσκονται στο εσωτερικό της κάθε δεξαμενής. Ο ρόλος τους είναι να βυθίζουν διαφορετικά τμήματα του “καπέλου” σε διαφορετικούς χρόνους, με στόχο την μέγιστη εκχύλιση αλλά όσο πιο απαλά γίνεται.
Αppassimento
Έτσι ονομάζεται το στέγνωμα των σταφυλιών. Ολόκληρα τα τσαμπιά τοποθετούνται μέσα σε απλά διάτρητα τελάρα, σε μεγάλους θαλάμους, οι οποίοι αερίζονται με το άνοιγμα των μεγάλων παραθύρων και την βοήθεια απλών ανεμιστήρων που κρέμονται από το ταβάνι. Αυτό διαρκεί δυο-τρεις μήνες, έως ότου σταφιδιάσουν τα σταφύλια και συμπυκνωθούν σάκχαρα, οξύτητα και γεύσεις, πριν μεταφερθούν στις δεξαμενές για οινοποίηση. Αυτή ακριβώς η διαδικασία εφαρμόζεται στο Quintarelli.
Και στο appassimento όμως το Dal Forno καινοτομεί, καθώς έχει σχεδιαστεί ένα σύστημα κινητών ανεμιστήρων, που λειτουργούν μέρα και νύχτα, ώστε να διατηρούν τον αέρα σε κίνηση. Το όλο σύστημα ελέγχεται από έναν υπολογιστή, που είναι προγραμματισμένος να γνωρίζει πότε πρέπει να ανοίγει ή να κλείνει τα παράθυρα, καθώς και πως να μετακινεί τους ανεμιστήρες ή να αλλάζει την ταχύτητα της λειτουργίας τους, ώστε να μιμείται τη φύση με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο, προσφέροντας ιδανικές συνθήκες για το στέγνωμα.
Αμπελώνας – Τρύγος
Ο ιδιόκτητος αμπελώνας του Quintarelli εκτείνεται σε 120 στρέμματα και παράγει μόλις 60.000 φιάλες το χρόνο. Για τις παραδοσιακές ποικιλίες σταφυλιών όπως η Corvina, το Corvinone,η Rondinella, όπως και στην τοπική λευκή ποικιλία Saorin, χρησιμοποιούν ως σύστημα φύτευσης την πέργολα.
Δύο εβδομάδες πριν από την συγκομιδή, αφαιρείται κάθε τσαμπί που κρίνεται ακατάλληλο.
Στους αμπελώνες του Dal Forno οι φυτεύσεις είναι γραμμικές υψηλής πυκνότητας, που φτάνουν μέχρι και τα 1,250 φυτά το στρέμμα, το ύψος του κορμού είναι υπερβολικά χαμηλό, δεν ξεπερνά τα 40 εκατοστά και ο έλεγχος του όγκου παραγωγής με πράσινο τρύγο είναι εξαιρετικά αυστηρός.
Στο DalForno, όπου παράγονται μόνο οι τρεις εκδοχές της Valpolicella, καλλιεργούνται αποκλειστικά οι τοπικές ποικιλίες Corvina, Oseleta και Croatina. Πιστεύουν μάλιστα πάρα πολύ στο δυναμικό της τανικής ποικιλίας Oseleta και φυσικά στην πολυπλοκότητα της βασικής ποικιλίας, της Croatina.
Ωρίμαση
Στο Quintarelli τα κρασιά ωριμάζουν σε παλιά, μεγάλα, βαρέλια από Σλαβόνικη δρυ “bottis”για οκτώ χρόνια, ενώ αυτά που προορίζονται για Amarone Riserva, μένουν για πάνω από δέκα.
Η τελευταία χειροτεχνική πινελιά είναι η ετικέτα, η οποία φιλοτεχνείται και τοποθετείται πάνω στο μπουκάλι με το χέρι. Ο θρύλος λέει μάλιστα ότι κάθε μπουκάλι μπορεί να είναι ελαφρώς διαφορετικό, ακόμη και όταν πρόκειται για το ίδιο κρασί!
Στο Dal Forno τα κρασιά ωριμάζουν για δύο χρόνια σε νέα γαλλικά barriques και μετά πάνε για εμφιάλωση. Μια πολύ σημαντική ιδιομορφία, είναι το γεγονός ότι μόνο τα μέλη της οικογένειας επιτρέπεται να εργάζονται σε αυτό το τεράστιο οινοποιείο. Η μοναδική εξωτερική βοήθεια έρχεται μόνο κατά τη διάρκεια της συγκομιδής.
Τα κρασιά
Τα κρασιά του Quintarelli είναι ο ορισμός της κομψότητας και είναι κάτι που εντυπωσιάζει ακόμη περισσότερο, αν αναλογιστεί κανείς τον υψηλό αλκοολικό βαθμό και την συμπύκνωση του φρούτου. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που τα κρασιά του, είναι σημείο αναφοράς στην ποιότητα και το στυλ μιας κλασικήςValpolicella.
Τα κρασιά του Dal Forno δεν είναι για όλα τα γούστα: όσοι λατρεύουν την λεπτότητα και το πρωτογενές φρούτο σίγουρα δεν θα ξετρελαθούν. Είναι όμως κρασιά εξαιρετικής συνοχής. Είναι η ενσάρκωση του πλούτου με ακριβείς αποδόσεις των αρωμάτων και των γεύσεων που μπορεί να περιμένει κάποιος από μια Valpolicella ύψιστης ποιότητας. Η εμφανής παρουσία της δρυός προσθέτει ποιότητα, πολυπλοκότητα και είναι αριστοτεχνικά ενσωματωμένη στον γευστικό πλούτο του κρασιού.
Στέφανος Κόγιας DipWSET