Σε πτώση η κατανάλωση οίνου στην Γαλλία
Τις τελευταίες δεκαετίες οι Γάλλοι καταναλώνουν όλο και μικρότερες ποσότητες οίνου με αυτές να έχουν μειωθεί κατά 5,32% σε σχέση με το 2011, καταγράφοντας μέση ετήσια μείωση της τάξης του 0,8%. Η δε κατά κεφαλήν κατανάλωση έχει μειωθεί ακόμα περισσότερο, κατά 8,75% σε σχέση με το 2011, με μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης της τάξης του 1,3%, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Αμπέλου και Οίνου.
Το 2018 η κατανάλωση στη Γαλλία μειώθηκε στα 26,8 εκ. εκατόλιτρα έναντι 27 εκ.εκατόλιτρων το 2017 και 28,3 εκ. εκατόλιτρα το 2011. Αντιθέτως αυξάνεται η ποιότητα του καταναλισκόμενου οίνου με τους Γάλλους να καταναλώνουν λιγότερο, αλλά καλύτερης ποιότητας οίνους.

Τα στοιχεία του 2018 επιβεβαιώνουν μια πτώση του όγκου των αγορών μη αφρώδους οίνου για οικιακή κατανάλωση κατά 5,2% και μία πτώση της συνολικής αξίας κατά 1,9% σε σχέση με το 2017. Σύμφωνα με όσα δηλώθηκαν από τα νοικοκυριά, το 50% των αγορών μη αφρώδους οίνου για το 2018 αφορούσε ερυθρό οίνο, ενώ τα ποσοστά για λευκό και ροζέ οίνο ήταν 32% και 18% αντίστοιχα. Οι οίνοι με ετικέτα ΠΟΠ καταλαμβάνουν μεγάλο ποσοστό στο σύνολο των αγορών οίνου (41%) και ιδιαίτερα στον ερυθρό και τον λευκό οίνο με ποσοστά 49% και 46% αντίστοιχα. Επίσης, οι ΠΓΕ οίνοι αντιπροσωπεύουν το 32% των αγορών και εντοπίζονται κυρίως στο ροζέ οίνο (46%). Οι οίνοι με ετικέτα ΠΓΕ (17%) βρίσκονται στη δεύτερη θέση, ενώ οι οίνοι τρίτων χωρών δεν αποτελούν παρά το 1% των συνολικών αγορών οίνου.

Το 2018 το ποσοστό των γαλλικών νοικοκυριών που αγόρασαν μη αφρώδη οίνο κατέγραψε ιστορικό χαμηλό (83,3%). Τα γαλλικά νοικοκυριά συνεχίζουν να αγοράζουν όλο και λιγότερο οίνο (-5% σε σχέση με το 2017), λιγότερο συχνά (13,5 φορές το χρόνο ή 5,5% λιγότερο από το 2017), αλλά και σε μικρότερες ποσότητες (3,27 μπουκάλια ανά αγορά ή 3% λιγότερο από το 2017). Οι ερυθροί οίνοι υπόκεινται στη μεγαλύτερη μείωση πελατείας, με εκείνη των λευκών και των ροζέ να εξακολουθεί να εξασθενεί διαχρονικά.
Την τελευταία δεκαετία παρατηρείται μείωση του αριθμού των αγοραστών οίνου που διατρέχει όλες τις ηλικιακές κατηγορίες. Πιο συγκεκριμένα, το βάρος της ηλικιακής κατηγορίας από 50 έως 64 ετών μειώθηκε περισσότερο, καθώς τα μέλη της μείωσαν τόσο τη συχνότητα όσο και την ποσότητα αγοράς, φθάνοντας να αγοράζουν έως και 30 φιάλες λιγότερες. Για το λόγο αυτό, η αγορά οίνου επικεντρώνεται όλο και πιο πολύ στα νοικοκυριά που ανήκουν στην ηλικιακή κατηγορία άνω των 65 ετών, ενώ τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος καταναλώνουν όλο και λιγότερο.
Το 2018, το 83% των γαλλικών νοικοκυριών πραγματοποίησε αγορές οίνου, ποσοστό που μεταφράζεται σε 23,4 εκ. καταναλωτές. Μάλιστα η αγορά παρουσιάζει μεγάλη συγκέντρωση, καθώς μόλις το 6% των καταναλωτών αγοράζει το 40% του όγκου και το 29% της αξίας, ενώ το ήμισυ των καταναλωτών αγοράζει κατά το μέγιστο μία φιάλη ανά μήνα.
Αντίθετα προς τους οίνους ΠΟΠ και τους ευρωπαϊκούς οίνους χωρίς ΓΕ, οι οίνοι με προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη (γαλλικοί και εισαγόμενοι) κατάφεραν να βρουν καινούριους αγοραστές, γεγονός το οποίο αποτέλεσε και βασικό μοχλό ανάπτυξης τους, καθώς επί σειρά ετών, ο αριθμός των καταναλωτών τους έβαινε μειούμενος.

Όσον αφορά τις ζώνες τιμής των καταναλισκόμενων οίνων, το συντριπτικό μερίδιο καταλαμβάνουν οι οίνοι με τιμή κάτω των 3 ευρώ/φιάλη (69%). Ακολουθούν οι οίνοι με τιμή που κυμαίνεται μεταξύ 3-6 ευρώ/φιάλη με μερίδιο 25%, οι οίνοι με τιμή μεταξύ 6-10 ευρώ/φιάλη με μερίδιο 5%, ενώ οι οίνοι με τιμή άνω των 10 €/φιάλη καταλαμβάνουν μόλις το 1% των αγορών των νοικοκυριών.
Τα νοικοκυριά, των οποίων τα μέλη έχουν ηλικία άνω των 50 ετών αποτελούν την πλειοψηφία των αγοραστών οίνου, πραγματοποιώντας το 78% των αγορών, ενώ στους νέους (κάτω των 35 ετών) δεν αντιστοιχεί παρά μόνον το 6% των αγορών. Παρόλα αυτά, οι καταναλωτές κάτω των 35 ετών είναι εκείνοι που επιλέγουν ακριβότερους οίνους (3,4 €/φιάλη έναντι 2,7 €/φιάλη για τους άνω των 65).
Για να δείτε ολόκληρη την έρευνα πατήστε εδώ
πηγή: Γραφείο Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων της Ελληνικής Πρεσβείας στο Παρίσι